Daughters: Η πρώτη ευρωπαϊκή συμπαραγωγή που ξεκίνησε γυρίσματα μετά την Πανδημία

Πάντα είναι χαρά μου να βλέπω Έλληνες ηθοποιούς (Ανδρέας Κωνσταντίνου, Μιχάλης Σαράντης, Ζωή Ρηγοπούλου, Αλέξανδρος Μίλωνας, Δημήτρης Μαυρίκιος) και ελληνικό πλήρωμα αναμεμειγμένο με διεθνή ταλέντα σε ελληνικές τοποθεσίες.

Φωτογραφία: Töchter © Wolfgang Ennenbach Heimatfilm

Αυτό συμβαίνει όταν οι Heimatfilm Köln (Γερμανία), Heretic (Ελλάδα) και Similar (Ιταλία) ενώνουν τις δυνάμεις τους με τοποθεσία το νησί της Αμοργού για τα γυρίσματα των “Daughters”, της πρώτης ευρωπαϊκής συμπαραγωγής που ξεκίνησε τα γυρίσματα μετά τη λήξη της απαγόρευσης κυκλοφορίας λόγω της πανδημίας στην Ελλάδα.

Τριάντα δύο χρόνια αφότου ο Luc Besson γύρισε την εμβληματική ταινία Le Grand Bleu στο νησί της Αμοργού, ένα από τα κυκλαδίτικα ελληνικά νησιά, η δεύτερη διεθνής ταινία που γυρίζεται εκεί, το Daughters, μια γερμανο-ιταλο-ελληνική συμπαραγωγή είναι η πρώτη ευρωπαϊκή συμπαραγωγή που ξεκινά ξανά τα γυρίσματα στην Ευρώπη και η πρώτη που γυρίζεται στην Ελλάδα μετά την πανδημία.

Η ταινία είναι παραγωγή των Heimatfilm (Γερμανία), Heretic (Ελλάδα), Similar (Ιταλία), με την Warner Bros να είναι ο θεατρικός, τηλεοπτικός και κάτοχος δικαιωμάτων VOD στη Γερμανία.

Τα γυρίσματα στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 22 Ιουνίου και 10 Ιουλίου.

Το πλήρωμα που γύριζε στην Αμοργό αποτελούνταν από 50 μέλη πληρώματος από την Ελλάδα και 20 μέλη πληρώματος από τη Γερμανία και την Ιταλία.

Μια ταινία συνολικού προϋπολογισμού 5 εκατομμυρίων ευρώ, με ποσοστά μεταξύ 25% -30% στο να δαπανηθούν στην Ελλάδα, είδε το αρχικό κόστος να αυξάνεται κατά περίπου 25% λόγω ακυρώσεων, αναβολών και μέτρων COVID.

Βασισμένη στο μυθιστόρημα “Daughters” της Lucy Fricke, best-seller στη Γερμανία, η ταινία (Töchter, αρχικός τίτλος) αφορά δύο γυναίκες, την Μπέτυ και τη Μάρθα, που πηγαίνουν ένα οδικό ταξίδι με έναν ετοιμοθάνατο πατέρα στο πίσω κάθισμα -του οποίου η μόνη ευχή φαίνεται να είναι μια υποβοηθούμενη αυτοκτονία σε ένα ελβετικό εξειδικευμένο ινστιτούτο -και τις προσπάθειές τους να συμβιβαστούν με τις απούσες πατρικές φιγούρες. Μια συγκινητική ιστορία δύο φίλων με ένα διασκεδαστικό ήχο.

Κατά τη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας γυρισμάτων στην Ελλάδα, κατευθυνθήκαμε στην Αμοργό για να δούμε πώς οι συναρπαστικές τοποθεσίες της Αμοργού έγιναν αντιληπτές από μια νέα ευρωπαϊκή συμπαραγωγή που έπρεπε να λύσει το παζλ της αναδιάταξης των γυρισμάτων σε τρεις διαφορετικές χώρες και πώς είχε η νέα πραγματικότητα του COVID επηρεάσει το ελληνογερμανικό πλήρωμα επί τόπου. Η Hellenic Film Commission συνομίλησε με τη Γερμανίδα παραγωγό Bettina Brokemper και τη σκηνοθέτη Nana Neul.

“Η Αμοργός είναι ένα νησί χωρίς COVID και κατά τις πρώτες τρεις εβδομάδες των γυρισμάτων το καστ και το πλήρωμά μας ήταν οι μόνοι κάτοικοι του ξενοδοχείου, το χωριό Λάκη, στον κόλπο της Αιγιαλείας. Τα γυρίσματα έλαβαν χώρα σε ένα καλά προστατευμένο περιβάλλον και η βάση της μονάδας μας βρισκόταν σε κοντινή απόσταση που μπορούσε να διανυθεί με τα πόδια από ορισμένες θέσεις λήψης κάτι που δίνει επιπλέον αξία σε ολόκληρη την εμπειρία λήψης. Μας είπαν από το γραφείο του Δημάρχου, το οποίο ήταν πολύ υποστηρικτικό, ότι είμαστε το ωραιότερο μεγάλο πλήθος που είχε ποτέ το νησί. Δεν θέλουμε να δείξουμε ένα στερεότυπο ελληνικό νησί αλλά να δείξουμε την Αμοργό με τρόπο που θα φαίνεται η πραγματική της εικόνα”, ανέφερε γεμάτη υπερηφάνεια η Γερμανίδα παραγωγός Bettina Brokemper της Heimatfilm. Η επίσκεψη στην Αμοργό τρεις δεκαετίες αφότου ο Luc Besson μετέτρεψε το νησί σε έναν αγαπημένο προορισμό παγκοσμίως σε μια νύχτα με το Le Grand Bleu, «μπορεί να θεωρηθεί μόνο ως ένα καλό σημάδι. Βρήκα το μυθιστόρημα υπέροχο και συμφώνησα με τη Νανά να το κάνω ταινία. Από όσο γνωρίζω μέρος του βιβλίου γράφτηκε εδώ στην Αμοργό και αφού το διάβασα, σκέφτηκα ότι η Αμοργός θα ήταν το μόνο μέρος όπου θα μπορούσε να γυριστεί η ταινία. Ήμουν μεγάλος οπαδός της Ελλάδας για διακοπές και τώρα είμαι μεγάλος θαυμαστής της χώρας και για γυρίσματα”, όπως εξηγεί η Μπετίνα.

Οι τοποθεσίες για ΤΟ Daughters περιλαμβάνουν τον κόλπο της Αιγιαλείας και το λιμάνι του, το πέτρινο χωριό Ασφοντιλίτης, τη Χώρα, οδικά ταξίδια και εκδρομές με καραβάκια στο μικρό νησί Νικούρια με θέα στην Αμοργό.

“Προσπαθούμε όχι μόνο να δείξουμε την ωραία θέα αλλά να πιάσουμε την ψυχή αυτού του νησιού, την ερημιά και την τραχύτητά του. Είναι πολύ σημαντικό για εμάς και για την ταινία. Αυτή είναι μια κωμικοτραγική ταινία και νομίζω ότι βρήκαμε μια καλή ισορροπία καθώς οι απόψεις διίστανται για όσα συμβαίνουν σε ορισμένες σκηνές. Είμαστε ερωτευμένοι με την Ελλάδα. Μερικές φορές είναι σαν να κάνεις γυρίσματα στον παράδεισο. Οι Έλληνες ηθοποιοί μας είναι επίσης υπέροχοι. Δεν μπορούσα να φανταστώ το βάθος του χαρακτήρα που χτίζουν ακόμη και σε μικρούς ρόλους. Είμαι πολύ χαρούμενος που συνεργάζομαι μαζί τους. Είναι τόσο σημαντικά για την ταινία. Θα θέλαμε να συνεργαστούμε ξανά με όλους τους”, μας λέει η Nana Neul, σκηνοθέτης της ταινίας και συν-σεναριογράφος του σεναρίου με τη Lucy Fricke, κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού διαλείμματος μεταξύ των σκηνών στην ταβέρνα Argo στον Αιγιαλέο κόλπο.

Φωτογραφία: Töchter © Wolfgang Ennenbach Heimatfilm

Αρχικά ήταν προγραμματισμένο να ξεκινήσουν τα γυρίσματα στην Ελλάδα τον Απρίλιο, αλλά η παραγωγή έπρεπε να προγραμματιστεί εκ νέου λόγω της πανδημίας. “Την πρώτη μέρα των γυρισμάτων ένιωθα σαν να έφυγε ένα βάρος 2 εκατομμυρίων λιρών από τους ώμους μου. Τέλος, ήμασταν η πρώτη ευρωπαϊκή συμπαραγωγή που ξεκίνησε ξανά τα γυρίσματα στην Ελλάδα”, εξηγεί η Bettina Brokemper. “Η ιδέα ήταν να ξεκινήσουμε τα γυρίσματα στη Γερμανία, στη συνέχεια να πάμε στην Ιταλία και μετά να έρθουμε στην Ελλάδα, ακολουθώντας την εξέλιξη των χαρακτήρων της ταινίας κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους χρονολογικά. Ωστόσο, αναγκαστήκαμε να σταματήσουμε μετά από εννέα ημέρες γυρισμάτων στη Γερμανία λόγω του COVID. Και αυτό ήρθε αφού ήμουν μέλος της κριτικής επιτροπής στη Berlinale, μια υπέροχη εμπειρία. Βγήκα από μια φούσκα ευτυχίας στη δυστυχία. Γιατί δεν μπορούσες καν να κάνεις σχέδια. Μισώ το να μην λειτουργούν τα σχεδια, αλλά το να μην μπορείς να κάνεις σχέδια είναι πολύ χειρότερο. Χάθηκαν πολλά χρήματα λόγω ακύρωσης συμβολαίων όταν αναγκαστήκαμε να σταματήσουμε. Δεδομένου ότι τα γυρίσματα στην Ελλάδα αναβλήθηκαν τον Απρίλιο, μιλούσαμε συνεχώς με τους Heretic, τους συμπαραγωγούς μας στην Ελλάδα, σχετικά με τον προγραμματισμό, τα πρωτόκολλα, το επιπλέον κόστος κλπ. Για πολύ καιρό, δεν γνωρίζαμε πότε θα επιτρέπονται τα ταξίδια, έπρεπε να δούμε πώς θα εξελιχθεί ο COVID. Ανταλλάξαμε σημειώσεις για το ποια χώρα ήταν η πρώτη που είχε πρωτόκολλα, αν γνωρίζαμε κάποιον που είχε ξεκινήσει τα γυρίσματα κ.λπ. Στη συνέχεια αναλύσαμε το σενάριο για να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε ή όχι και κάναμε κάποιες αλλαγές, για παράδειγμα εσωτερικές σκηνές έως μπαλκόνια κλπ. Η Heretic έχει κάνει υπέροχη δουλειά. Η οργάνωση αφίξεων για καστ και πλήρωμα από τη Γερμανία, την Ιταλία και την Αθήνα σε ένα κυκλαδίτικο νησί ήταν μια πρόκληση. Ωστόσο, το νησί της Αμοργού μας υποδέχτηκε πολύ θερμά και το ελληνικό πλήρωμα είναι υπέροχο. Φυσικά, έχουμε λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα: ήμασταν όλοι σε καραντίνα από τις 15 Ιουνίου έως τις 22 Ιουνίου, αερίζοντας συχνά εσωτερικούς χώρους, κρατώντας αποστάσεις, προσφέροντας 5 μάσκες ανά άτομο σε καθημερινή βάση, περισσότερα δωμάτια σε καταλύματα, επιπλέον οδηγούς, καλύτερη διαχείριση υγιεινής, όλα τα μέλη του καστ και του πληρώματος έκαναν τακτικά COVID tests, συσκευασμένα τρόφιμα για τα διαλείμματα για μεσημεριανού κλπ. Είμαι πιστή στο green filming, έχω κάνει πολλά green films. Έχω εξοικονομήσει τόσο πολύ πλαστικό στη ζωή μου και τώρα το να πρέπει να κάνω το αντίθετο με όλη αυτή την απαραίτητη συσκευασία είναι ενοχλητικό.

Η συνεργασία με την Heretic φαινόταν ο καλύτερος τρόπος για τη Heimatfilm, όπως εξηγεί η Bettina: “Γνωρίζω τον Κωνσταντίνο Κοντοβράκη (παραγωγό, συνιδρυτή του Heretic) από τότε που έγινε παραγωγός, όταν εργαζόταν στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και το λέγαμε για αστείο μεταξύ μας το να συνεργαστούμε κάποτε για μια ταινία. Στις συμπαραγωγές είναι πολύ σημαντικό να καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλον. Και υπήρχε πάντα κατανόηση μεταξύ μας και της Heretic”.

Φωτογραφία: Töchter © Wolfgang Ennenbach Heimatfilm